Πέμπτη 11 Μαρτίου 2010

Από την ποιητική συλλογή του Στάθη Κομνηνού "ΤΡΙΑΣ ΕΞΑΠΑΤΗΣΕΩΝ", εκδ. ΔΟΜΟΣ




Η ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΗΤΤΑΣ
α.
Alles ist wahr und ein Warten auf Wahres
Αμάδες είμαστε σε χέρια παιδικά
Που σκορπούν νεροποντή το παιχνίδι
Στη νύχτα ζεσταμένες απ’την ανάσα του
Πλαγιασμένες δίπλα του σα νόημα αγαθό
Ανίδεο από εγκατάλειψη
Στα πανάσπιλα παιδικά χέρια ;
Ποιός θα πεί ; Ποιός μπορεί ;
Αλήθεια Αλήθεια με πικραλίδες δεξιώνεις τούς δρομείς σου
Κάθε είδους οικουμενικό μαρ ή συνοικιακά μαρόρ
Ώστε απολελυμένοι
Εξοδούχοι ονειροπόλοι
να περιπλανιώμαστε αθίγγανοι στην έρημό σου ;
Όν παίδες ευλογείτε
Μια πρόταση άραγε η αλήθεια ή μια επίσκεψη ;

Του τριαντάφυλλου το ερυθρό πότ’ είναι ερυθρότερο
Όταν την πόρτα μας χτυπά να γίνει αγκάλη
Ή όταν μπογιατζήδες σφυρίζοντας το εξαργυρώνουν στους τοίχους;
Πειθήνια αν και ηρωικά σκύβει μια κεφαλή
Ή εξουσιαστικά προς αγαλλίαση όλων των κήπων ;
Της μέρας το φώς γλώσσα βγάζει στο όνειρο
ή ν’αντρωθεί στάζει στα χείλη του γάλα ;
Όν παίδες ευλογείτε
Αλήθεια, είν’ η αλήθεια ζυγαριά φιλιού και αγκαλιάς ;
Διαιτητής πόθων ηφαιστειογενών ;
Ταμιούχος πλαγκτογενούς ολονυχτίας
Στο λυγμικό Δέος της μορφής του ;

Έφεξε τόσο που δειλιάζω
Μη, μη, ρουφηγμένη κυκλοφορεί που σύγκορμος τρέμω
Σ ’όλες τις ομόκεντρες δίνες λιγνεύει η τελεία της
Λεωφόρος το ερωτηματικό της.
Αδιάφορον.
Επιούσια τόλμη
Α-παραίτητο Δωρικό Δείπνο για άοπλους δύο
Στρώνεται τραπεζομάντηλο θαλασσινός αγέρας


β.
Tu travailles pour monsieur Godot ?

Ακροβολισμένοι στο μαρμάρινο αμφιθέατρο
Βουτηγμένοι ακόμη στο μπαρούτι
που μονοπωλούσε τα ρουθούνια μας
(Αχ, θαλασσινέ τού γένους μας αγέρα
πόσο αραιά μάς επισκέπτεσαι ! Με πόσες μπαταριές αποδέχεσαι την πρόσκληση ! Πόσα φυσέκια αδειασμένα στα πόδια σου
μια σπιλιαδίτσα έστω το μάτι να μάς κλείσει !)
Απ’ τ’άστοχα ρεσάλτα, απ’ τ’άγονα γιουρούσια
Να γδάρουμε ίσαμε το μεδούλι το τροχοφόρο
Παλίμψηστο στοιβαγμένου θεατρικού ψεύδους
Αδιέξοδων δραμάτων, ξινισμένης κωμωδίας
Θλιβερών του σανιδιού τυχοδιωκτίσκων
Απόφοιτων του βιασμού γραφής, σκηνοθεσίας
Που σάλπιζε την αποτυχία μας αβάσταχτα
Μήπως έργο γεννηθεί αληθινό, πρωταγωνιστής αληθινός
Ισημερίας δικαιοσύνη επιτέλους να συνάξουμε Ώσπου
Ως από μηχανής Θεός από γωνία ανέλπιστη
επέφανε ίδιος με την κραυγή των σπλάχνων μας Θεατράνθρωπος
Ajeno y extrano.
Δήλωνε με παντομίμα την αλήθεια
Στιγμές-στιγμές διπλό στοίχιζε σύνδεσμο
Όλα να αληθεύουν κάθε στιγμή παντού
Έτσι που και το ψεύδος αληθινά να ψεύδεται
Όταν τις μηχανές του ανάβει
Συνεπές στη φύση τής αλήθειας του !
Αληθινή η πίστη αληθινή κι η διάψευση !

Είναι η λατρεία της νύχτας ή των ωρών της η αργή αλήθεια ;
Του φιλιού το μαρμαρωμένο φως
ή τού σάλιου του ο πνιγηρός βρόχος ;
Όν παίδες ευλογείτε
Του στασιδιού ο στενός στροβιλισμός
ή της νιότης η τυφλή νυχτωδία ;

Της τοπικής ώρας ο ανεπανάληπτος σπαραγμός
ή των δεικτών η αδιάφορη κίνηση ;
Όν παίδες ευλογείτε
Τί είναι ; Πώς ; Πώωως ; Λα-χα-νια-ζω

Διέσχισε τη σκηνή ζευγαρίζοντας ερωτηματικά σημάδια
Λιπαίνοντας το χώμα αβόλευτη αμφιβολία όπως
Οδοντογιατρός ελευθερία ξεδοντιάζει την αλήθεια
Κι έτσι φρεσκάρει το πρόσωπο
Ακάτεχο στα ψιμύθια
Στην αθλητική του απέκδυση ερωτοχτυπημένο. Αποδεκτόν.
Όμως μας πλήγωνε που χώθηκε σ’ένα ξέπλυμα αργό
στα παρασκήνια Αποχρωματισμένη να μένει κάθε του χειρονομία
Σάμπως Ελένη αερικό να βαφτιζόταν η αλήθεια
Να μοιάζει αγέννητη σ’αυτό το πολυσπόρι,
Ίδια πατημένη στον κάλο της όπως όλες οι πριν
Από την πανσθενή κωπηλασία εικονοκλάστριας φύσης.
Ξεθωριάζει η ιστορία ;
Προχωρούσαμε μ’ αρνήσεις για το Ασύλληπτο
Είμαστε μαθημένοι στα σύκα του
Το γαλάζιο δεν δεν το λευκό το μαύρο δεν
Μα τούτο πια σήμαινε εξαφάνιση ανυπαρξία
Ασυδοσία κενού
Θεατράνθρωπε,
Ψηλαφητή αλήθεια αγαπήσαμε πλάι σου
Που κοιμάται τρώει ανασαίνει δακρύζει
Σε παρατακτική ομοχρωμία θεάτρου μη ξεπέσεις !
Παρασκηνιακή φωνή ξάφνου λαλεί
«Ένα Όπως πόλης αφήνω
Αλήθεια καταβύθισης κι ανά-δυσης, βουτήχτε !
Ένα τρόπο να παίζεις δωρίζω, γι αυτόν η αλήθεια.
Δεν με κατέχεις, μ’ αντέχεις».
Κι όλοι οι άλλοι, απόρησα, τρόποι;

Δόξα τω Θεώ, συλλογίζομαι πως
Δεν πρόβαλλε ακόμη ο πάπας της λατρείας
Της αλήθειας όμως έχει πια μπαγιατέψει. (δις)

γ.
Τί εστιν αλήθεια ; …πάλιν εξήλθε προς
Ασταμάτητα κυκλοφορεί το τρένο.
Καπνοί θολώνουν, σφυρίγματα αγωνιούν αγχόνουν
Συνωστισμός παραζαλίζει, αν-αχωρήσεων αναγγελίες+ πάντα
Αφίξεων μικροποιμενικές στη χάση και στη φέξη
Ένας αποχαιρετισμός οπωσδήποτε βαφτίζεται
Καλωσορίσματα τριφύλλια τετράφυλλα
Εν κινήσει πάντα σκαρφαλώνεις. Από ποιάν έξοδο ;
Μαζί πάντα ταξιδεύεις. Συντροφικά.
Οιδίποδας ομότεχνοςστο Λάθος πάντα γαντζώνεσαι ομότροπα
Μοναδική η διαδρομή. Δεν ακυρώνεται. Δεν αυτοκαταργείται. Ούτε αλλάζει. Απαράλλακτη γεωγραφία τη βαστά.
Οπλισμένες όλες οι ευκαιρίες της
Κι η σκανδάλη τραβηγμένη καθώς σε κάθε Αλήθεια, στο σωστό !

Ο Φρειδερίκος, αμνόσχημος με χρυσά μαλλιά και μάτια αέρα
Προσανατολίζεται στο Νότο τολμηρά
Δίπλα του ο Παύλος πυρόσχημος
με κάρβουνο μαλλιά και μάτια πελάγους
Διακονικά προσανατολίζεται βορειοδυτικά Ίδια θέση ίδιο τρένο. Δύο άσχετοι προορισμοί επιβάτες στην ίδια αμα-ξο-στοιχία.
(Άριστα εξυπηρετούνται εν αγνοία κι οι δυό !)
Όν παίδες ευλογείτε
Κομματιασμένο ψωμί σύνδεσμος
ή ανάγκης τυφλής υπηρέτης απρόσωπος ;
Του μώλωπα η φωτιστική διαβεβαίωση
ή κακοφορμίσματος απωθητική απλότητα ;
Όν παίδες ευλογείτε
Η μοίρα που μάς δόθηκε με πάθος
ή η πραγματική μετατροπή της σε αμοιβάδα ;
Ψηλομύτης λιμός Μεσολογγίου ξέστηθα θεόμορφο ολοκαύτωμα
ευχερώς εξοδιάζει σε κλοιό περιγελαστικής φύσης ;
Όν παίδες ευλογείτε
Ιδιοκτήτης η αλήθεια ; Ακτήμων η λατρεία ;
-«Πού πάμε ;» Πρόσωπον προς πρόσωπον
«Το τέλος ανασαίνουμε κάθε τώρα. Στο τέρμα είμαστε, πώς ρωτάς;»
-«Τί είναι τα καθίσματα ;»
«Ποιός. Τα στήθια Της.» Εγώ ειμί
-«Τούτα τα φώτα από πού, τί ;»
«Τα μάτια της, ποιός άλλος.» «Πάψε να ρωτάς και πιές. Στο σώμα Της κινούμαστε ακίνητοι.» השמ אני
-«Κι όμως η σκοτεινή τής σελήνης πλάτη μουσειακά παγώνει τρένα»
«Ένα Σ στο Τί πρόσθεσε και απόρρητη μασάς ζωή» אהיה אשר אהיה
-«Δεκτόν. Μα πριν το Τι ένα ΟΥ ομηρικό σαν ξόρκι
ας βαστάξει τού θεοκυνηγημένου το ταμπούρι. יהוה אני
Αρχιτελώνισσα Ελένη άλλωστε καρτερεί τα νόμιμα.»
«Σςς! Άκου, έχουμε πριν ξεκινήσουμε φθάσει. Δεν πάει πουθενά. Προορισμός το τρένο.» Πρόσωπον κατά
-«Ενική για πληθυντική η σκηνική της επικράτεια ; Σπέρνεται πανικός κι ανθός του πικρή πίκρα πικρή.» ! ! ! םינפ ! ! ! פנים
«Αν ήλιος πλαγιάσει μ’όλες τις αλήθειες
στου Λάθους μου το έρεβος, στο μεσονύκτιο Ψέμα μου
αφιερωμένος Λάτρης θα σταθώ.» Εγώ ειμί
Καθώς το δέντρο γυμνώνεται
Ντύνοντας κίτρινο ξερό τη γη
Θλίψη τραγανιστή κουλουριάζεται στα δάση Όμως
Το μπαρούτι τής αλήθειας του πιότερο δεν είναι μουσκεμένο
Πώς φεύγει ο κόσμος ; Τσουρουφλισμένος.
Ενώ η αλήθεια αγαπιέται λατρεία γίνεται
Ενώ η λατρεία ξημεροβραδιάζεται αλήθεια γίνεται
Πώς ξεκινά ; Ηλεκτρισμένος.
Εμμένω στης λατρείας την αλήθεια
Εεε, ΖΕΙ λοιπόν η Αλήθεια σαν στήθος που σκαμπανεβάζει ;

Achtung ! Achtung !
Συνεπιβάτες ολόλαμπρες μάς αναμένουν ήττες
Κάτι στρόγγυλο κάτω απ’την αμασχάλη μας
Κατά τον πλου πολιτογράφησης
Κατά την έξοδο εισαγωγής θα βαστάμε
Σαν πανέρι ξέχειλο πρόσωπα αλειμμένα κιμωλία
Μικρόκοσμους τιττυβισμάτων πολυφίλητων
Που η αεροπορία μας θά ’χει σοδιάσει
Μ’όλα, μ’όλα ανεβαίνουμε μαζί
Δυσήνιες ίσως αλήθειες αν δεν εκβάλλουν στην πηγή

Achtung ! Achtung !
Συνεπιβάτες ας μην ηττηθούμε στη γιορτή
Σ’όλα των στολισμών τα ψέματα ας δοθούμε
Εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνη εύφλεκτη
Θειάφι ας ξομπλιάζει τής αγάπης την αλήθεια
Αληθινότερος ο έρωτας
Γοητευτικότερο το ψέμα
Λιγωμένη νυκτωδία προτιμότερη ζωή
Φιλί Φουσκώνει η ζύμη
Πώς να σχεδιάσεις το φιλί ; Πούθε τη λίμνη του να ορίσεις ;

Ευχαριστούμε που επιλέξατε (!) εμάς ως προορισμό σας
Ευχόμαστε καλό ταξίδι και ανυπομονούμε να σάς δούμε και πάλι σε κάποιον απ’ τους ατέλειωτους κύκλους μας
Τσαφ τσουφ τσαφ τσουφ τσαφ τσουφ

(Α, ξέχασα υπάρχει κι η περίπτωση να σε βρίσκει το τρένο μετά από μανιασμένη καταδίωξη και να σε επιβιβάζει. Τότε φοβερά θά’χεις πέσει..)

δ.
εάν γάρ εγώ μη απέλθω

Ταξιδεύουν με διπλή όλοι οι Άγγελοι υπηκοότητα.

Των φραγμάτων θεατής ικετήριος
θρυμματισμού από βιαιότητα σπλαχνικής Ομορφιάς
κατακλυσμένα τα σωθικά Ποταμό να πλημμυρίζουν
Μακάριος εκείνος
Σύντριψε Σύντριψε Πελάγωσέ με

Αδημονούμε - καθώς αναΛογεί -
Μια Βάρκιζα ως γιορτή ασυγκράτητη
Βαρύτητας ποθητή ακύρωση
Στον τόπο να μάς συλλάβει του εντελώς Απρόσμενου


Εκεί νικηφόρα ηττημένα άρματα
στεφανωμένα κατάχαμα σ’ένα σεντόνι
Εκεί γενειάδας μεθυσμένο μονότροπο
παλιάτσος στ’ άχρωμα χέρια τού άσκοπου
Εκεί λυγμοί βουβοί
ένα τίναγμα χεριού νευρικό πνιγηρής αγανάκτησης
κι Αχιλλέες γυναίκες στο θρήνο
ν’ αδειάζουν αζωγράφιστη πίνοντας έκπληξη
απ’το πηγάδι τής μεγάλης απορίας Αληθινά σ’αγαπώ
Εγώ να σμικρύνομαι
Εσύ να λάμπεις
Πανερωτικό ελαττούσθαι αυξάνειν !

Της νίκης το άστρο πορεία
Στη βαθύτερη ρίζα τού πόθου μου
Έδειξε, να χάνω να χάνω να χάνω εμένα
Ηττημένος ν’αποκαθίσταμαι λάτρης
Ισόβιας τού έρωτα φυλακής
Φιλάνθρωπα τουμπάρουν οι είσοδοι
Ευγενικά υπάκουες στο άφευκτο κι απαράλλακτο
Από καταβολής σχέδιο εργένισσας μοίρας
Να τσιτώνει το σώμα μας απλήρωτο πάντα
Πλήρωμα ζωής
Ώστε
Αλβανία με κατάληξη Μέρλιν
Μεσολόγγι να υποκλίνεται στ’ Ανάκτορα
Οκτώβριος τραπεζίτη ν’απελευθερώνει
Ιεροσόλυμα δεκάτη τετάρτη Νισάν να σημαδεύουν
Η Μήδεια να δίνεται σ’έναν Ιάσονα πάντα
Κι άλλα παντού και όλα έτσι
Ή και χειρότερα
Τυλιγμένα λαμπιόνια και στρας και καρνάβαλους
Σε μια κόκκινη παρωδία
Πάνδημης ευφροσύνης Σάντα Κλάους
Κοσμοπολίτικα νοικοκυρεμένα και οικογενειακά
Να ρικνούνται να ξεφτίζουν ν’αποτεφρώνονται
Στην παράσταση να δρουν δήθεν του άχρωμου
Δαχτυλοδείχνοντας χωνί άδειο πουκάμισο χοάνη
Ρούχα ασώματα άσαρκα
Οπόταν να μένουμε Πριν το τέλος πάντα
Δίχως τον εμετό τής πλήρωσης
Ένα στόμα ορθάνοιχτο να διψά να πεινά
Ενδιαίτημα Φιλικής Εταιρείας μονίμως
Ιθαγενείς στην επανάσταση ταπεινωμένης κραυγής
Να λάμπουμε δίχως ιδέα
Για τον εαυτό μας καμιά !

Δεν ποτίζει νόημα ο νερόμυλος εκτός
Αν αγαπάς κι αδιαφορείς
Άπιστος στην αλήθεια της νίκης σου
Πιστός στη λατρεία σου μόνο
Αταξίδευτες σειρήνες χορτασμού
Αυτοκρατορικά περιγελώντας
Στερεωμένος στην άναρχη αμετάπτωτη και πανερωτική
Κορφή τού σκουπιδιού !
Ταξιδεύουν με διπλή όλοι οι Άγγελοι υπηκοότητα.
«Σύρτε κι εγώ έχω την έγνοια σας»



+ Στα εκδοτήρια εισιτηρίων ( -μεταξύ μας, είναι ανύπαρχτα. Ίσως γιατί ευνοείται το λαθρεπιβατείν.) ο μόνιμος και μ’αλλεπάλληλες προαγωγές γιός τού Λαϊου κόβει με καυτή, φιλάνθρωπη αλληλεγγύη τα εισιτήριά μας, εναγώνια ευχόμενος αίσιον πέρας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου